...στον πεζόδρομο της οδού Ακταίου, στο Θησείο, στον ίσκιο της Ακρόπολης, σ' έναν τόπο υψηλού κραδασμού, ιστορίας, μνήμης και πολιτισμού...

Το ερώτημα «αν η ζωή έχει νόημα» δεν έχει—δεν μπορεί να έχει—ορθολογική απάντηση. Η ζωή, λέει ο ΟΣΣΟ, είναι ένα παιχνίδι που καλούμαστε να παίξουμε. να παίξουμε και… τέλος. Η χαρά λοιπόν του παιχνιδιού ως «κόντρα θέση» στην πεσιμιστική αντίληψη ενός κόσμου χαώδους και αλυσιτελούς έχει «κάποιο» νόημα.
Η υπαρξιακή αγωνία της αναζήτησης νοήματος ενεργοποιεί εσωτερικά τον καλλιτέχνη οδηγώντας τον από την περιφέρεια στο κέντρο… από την επιφάνεια στο βάθος, εκεί, στον πυρήνα της ύπαρξης. Η ίδια υπαρξιακή αγωνία καθοδηγεί κι αυτό το έργο που θα δείτε, του ‘συνεπούς’ παραλόγου.
Η δράση τοποθετείται σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο, έναν δυστοπικό χώρο που λειτουργεί ως συμβολική «φυλακή». Εκεί, τρεις δεσμώτες παλεύουν να ανακτήσουν θραύσματα της μνήμης τους και να βρουν μια διέξοδο από το ατέρμονο «πουθενά». Ποιοι είναι; Πώς βρέθηκαν εκεί; Και κυρίως, από ποιον και γιατί; Η απάντηση στέκει βουβή και αβέβαιη, ανάμεσα στο εκκρεμές της σύγκρουσης του μέσα και του έξω, του χρόνου ενάντια στο άχρονο. Το έργο θέτει το θεμελιώδες ερώτημα: πως δραπετεύει κανείς από το «πλατωνικό σπήλαιο» όταν αυτό έχει φωλιάσει μέσα στην ίδια του την σκέψη;… είναι εφικτή η «απόδραση από το matrix»;
Oι τρεις ανδρικοί ρόλοι ερμηνεύονται από τρεις εξαιρετικές γυναίκες. Στόχος είναι η περαιτέρω υπογράμμιση της αβεβαιότητας όλης της δράσης των χαρακτήρων και των δεδομένων. ένας τρόπος να μετατοπιστεί η εστίαση από την υλική σωματική εντύπωση στο ενεργειακό, στο «αιτιατό» σώμα των ηρώων, σε μια προσπάθεια να αγγίξουμε τελικά την ψυχή, που δεν έχει φύλο. Το ίδιο και η μουσική, το σκηνικό και τα κοστούμια υπηρετούν αυτήν την αβεβαιότητα, τα ερωτηματικά και τις εσωτερικές συγκρούσεις, φιλοδοξώντας να συνεισφέρουν στο Όλον και στην παρουσίαση ενός «θεάτρου αφύπνισης», που καλεί τον θεατή να αναρωτηθεί για τους δικούς του δεσμούς και τα δικά του «πουθενά».
Πρόκειται για μια τραγική κωμωδία που άλλοτε προκαλεί ένα σαρδόνιο γέλιο μπροστά στο παράλογο και άλλοτε βυθίζει τον θεατή στην πικρή επίγνωση της ανθρώπινης μοίρας. Οι ηθοποιοί μου, άξιες καθ’ όλα, κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια για το αποτέλεσμα που θα δείτε και πιστεύω θα χαρείτε.
Εύχομαι «καλό ταξίδι» σ’ αυτό το έσω έργο που παρουσιάζει εφέτος το «Έσω Θέατρο».
Τάσος Προύσαλης